Άρθρα

Το άρθρο του κ. Διαμαντόπουλου στην Ύπαιθρος Χώρα “Δασικοί Χάρτες και αγροκτηνοτροφικές ενισχύσεις”

Η σύνταξη και κύρωση των δασικών χαρτών αποτελεί ύψιστη επιταγή αφενός του Συντάγµατός µας και αφετέρου µίας σύγχρονης χώρας που πρέπει να γνωρίζει πού, πόση και τι είναι η δηµόσια και ιδιωτική περιουσία. Διακόσια χρόνια από την απελευθέρωση του ελληνικού κράτους και αυτά τα θέµατα ακόµα δεν έχουν λυθεί. Σήµερα, καλούµαστε να τα λύσουµε, µέσα από την εξέλιξη των πραγµάτων, που αναπόφευκτα έχουν δηµιουργήσει µία άλλη κατάσταση.

Οι δασικοί χάρτες, λοιπόν, δεν δηµιουργούν προβλήµατα, αλλά τα αναδεικνύουν και, µε βάση τα εργαλεία που υπάρχουν στη νοµοθεσία, οι πολίτες έρχονται να τα επιλύσουν, όσα από αυτά βέβαια επιλύονται.

Οι αγρότες µας, από την άλλη µεριά, χρόνια τώρα καλλιεργούν και επιδοτούνται για εκτάσεις που έχουν αµφίβολο χαρακτήρα και από πλευράς µορφής και από πλευράς ιδιοκτησιακού καθεστώτος.Τέτοια θέµατα έχουν να κάνουν κυρίως µε δύο κατηγορίες εκτάσεων του δασικού χάρτη. Καλλιεργήσιµες εκτάσεις που εκχερσώθηκαν κάποια στιγµή µετά το 1945 (ΔΑ) και εκτάσεις που δασώθηκαν µετά το 1945 (ΑΔ), δηλαδή εγκαταλείφθηκαν από τους ιδιοκτήτες τους.

Εκεί εντοπίζονται και τα περισσότερα θέµατα για τους Έλληνες παραγωγούς, οι οποίοι, για τις περιοχές όπου έχουµε τώρα ανάρτηση δασικού χάρτη, αν θέλουν να συνεχίσουν να λαµβάνουν επιδότηση για αυτές τις εκτάσεις πρέπει να προβούν στις κατάλληλες ενέργειες, δηλαδή είτε στην αίτηση εξαγοράς/αλλαγής χρήσης για τις εκχερσωµένες εκτάσεις, είτε στην αντίρρηση/υπαγωγή στο άρθρο 67 για τις δασωµένες εκτάσεις.

Δεν συµβαίνει το ίδιο, όµως, στις περιοχές που έχουµε ήδη µερικώς κυρωµένο δασικό χάρτη. Σε αυτές, και αν δεν έχει κάνει τις προηγούµενες ενέργειες ο παραγωγός-ιδιοκτήτης, τότε µέχρι τον Αύγουστο του 2018 έχει ΜΟΝΟ τη δυνατότητα κατάθεσης αίτησης εξαγοράς/αλλαγής χρήσης, προκειµένου να λαµβάνει κανονικά τις επιδοτήσεις του.

Η µη ενέργεια από την πλευρά των παραγωγών ή των ιδιοκτητών (ΟΤΑ Α και Β βαθµού) οδηγεί µαθηµατικά σε µη επιλεξιµότητα αυτές τις περιοχές, µε πολλαπλά αρνητικά αποτελέσµατα και για τους ίδιους και για την χώρα µας, ήτοι απώλεια εισοδήµατος των επιδοτήσεων στον παραγωγό, µόνιµη απώλεια επιλεξιµότητας της έκτασης για τη χώρα, πιθανούς αναδροµικούς καταλογισµούς κ.λπ.

Η λύση περνάει για άλλη µία φορά από τις πολιτικές ηγεσίες του ΥΠΑΑΤ και του ΥΠΕΝ και είναι η ενεργοποίηση των ΟΤΑ Α’ και Β’ βαθµού που, ως ιδιοκτήτες των εκχερσωµένων εκτάσεων, πρέπει να πράξουν τα δέοντα, δηλαδή να κάνουν αυτοί τις προβλεπόµενες ενέργειες. Αν απαιτηθούν και πρόσθετοι πόροι για αυτό, πρέπει η πολιτεία να συνδράµει τους ΟΤΑ, ούτως ώστε αυτοί να προβούν σε όλες τις απαραίτητες ενέργειες.

Η διευθέτηση θεµάτων που άπτονται των δασικών χαρτών και των αγροκτηνοτροφικών ενισχύσεων δηµιουργεί, όµως, και επιχειρηµατικές ευκαιρίες ανάπτυξης εφαρµογών-υπηρεσιών που διευκολύνουν τους πολίτες και ειδικότερα τους Έλληνες παραγωγούς και ιδιοκτήτες.

Οι λύσεις αυτές πρέπει να είναι αξιόπιστες και εξατοµικευµένες που, µέσα από απλές και αυτοµατοποιηµένες διαδικασίες, να εξασφαλίζουν την πληρωµή των αντίστοιχων αγροτικών ενισχύσεων και να δηµιουργούν τις καλύτερες προϋποθέσεις για την οριστική επίλυση των προβληµάτων.